ορθοανθρακικός

ορθοανθρακικός
-ή, -ό
φρ. «ορθοανθρακικό οξύ»
χημ. ανόργανο οξύ που θεωρείται ότι αποτελεί το κανονικό υδροξείδιο τού άνθρακα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”